Είναι πολύ λογικό όταν κάποιος αντικρίσει ένα ζώο με σώμα μακρόστενο, χωρίς άκρα, με ευδιάκριτα μάτια και στόμα, να έρπεται κυματοειδώς στην στεριά, να συμπεράνει αμέσως πως πρόκειται για φίδι. Στην πραγματικότητα όμως μπορεί να κάνει και λάθος. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν αρκούν για να προσδιορίσουν αν το ζώο αυτό πρόκειται για φίδι ή απλά για μία άποδη... σαύρα! Ίσως ακούγεται περίεργο στους περισσότερους αλλά είναι γεγονός πως εκτός από τα φίδια υπάρχουν και σαύρες χωρίς άκρα. Εύλογα λοιπόν θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς τι διαφορά έχει μία άποδη σαύρα από ένα φίδι και γιατί μια σαύρα χωρίς πόδια δε χαρακτηρίζεται «φίδι»; Ωστόσο οι διαφορές ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατηγορίες ερπετών είναι αρκετές.
Τα φίδια και οι άποδες σαύρες προέρχονται από δύο διαφορετικούς εξελικτικούς κλάδους. Έτσι, οι πρόγονοι των άποδων σαυρών ήταν σαύρες με άκρα, ενώ οι πρόγονοι των φιδιών... φίδια με άκρα.
Τυφλίτης, Pseudopus apodus - Φωτογραφία: Ηλίας Στραχίνης
Οι διαφορές
Οι άποδες σαύρες διαθέτουν βλέφαρα όπως όλες οι σαύρες (με κάποιες εξαιρέσεις), σε αντίθεση με τα φίδια τα οποία δεν διαθέτουν και αντί αυτών διαφανής προστατευτική μεμβράνη καλύπτει τα μάτια τους.
Οι άποδες σαύρες φέρουν ακουστικά ανοίγματα («αυτιά»), ενώ τα φίδια όχι. Έτσι, οι σαύρες έχουν την αίσθηση της ακοής ενώ τα φίδια δεν αντιλαμβάνονται τα ηχητικά κύματα, παρά μόνο τις δονήσεις του εδάφους. Με άλλα λόγια τα φίδια είναι «κουφά» ερπετά, σε αντίθεση με τις άποδες σαύρες.
Οι άποδες σαύρες έχουν ενιαία και σταθερή κάτω σιαγόνα, σε αντίθεση με τα φίδια των οποίων η κάτω γνάθος χωρίζεται σε δύο τμήματα (δεξί και αριστερό) που μπορούν και κινούνται ανεξάρτητα. Έτσι τα φίδια μπορούν και ανοίγουν υπερβολικά το στόμα τους ώστε να καταπιούν κάποιο θήραμα με μεγαλύτερη διάμετρο σώματος από αυτή του κεφαλιού τους, ενώ οι άποδες σαύρες αρκούνται σε θηράματα μικρότερα από το κεφάλι τους.
Η αναλογία μήκους σώματος-ουράς είναι διαφορετική στις άποδες σαύρες απ’ότι στα φίδια. Στα φίδια το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού μήκους καλύπτει το σώμα, με την ουρά να είναι σαφώς πολύ μικρότερη, σε αντίθεση με τις άποδες σαύρες των οποίων η ουρά είναι ίση ή και μεγαλύτερη από το κυρίως σώμα.
Οι άποδες σαύρες, όπως και οι περισσότερες σαύρες, έχουν την δυνατότητα να αποσπούν την ουρά τους κατά βούληση όταν χρειαστεί. Ο μηχανισμός αυτός έχει αμυντικό χαρακτήρα και δίνει την δυνατότητα στις σαύρες να αποδράσουν καθώς η προσοχή του θηρευτή που τις απειλεί, αποσπάται από την ουρά η οποία ακόμα κινείται σπασμωδικά. Τα φίδια δεν έχουν αυτή την δυνατότητα. Η ουρά των σαυρών μπορεί να αναγεννηθεί με αργούς όμως ρυθμούς.
Η δυνατότητες κίνησης στις άποδες σαύρες είναι πολύ πιο περιορισμένες από αυτές των φιδιών κι αυτό γιατί το σώμα των σαυρών είναι πιο άκαμπτο και σκληρό σε αντίθεση με το ευλύγιστο σώμα των φιδιών. Αυτό οφείλεται κυρίως στη διαφορετική φύση των φολίδων των άποδων σαυρών οι οποίες ενδέχεται να είναι ενισχυμένες με οστέινα πλακίδια (οστεόδερμα), αλλά και στη διαφορετική φύση του σώματός τους γενικά.
Οι άποδες σαύρες δεν έχουν μεγάλες και πλατιές κοιλιακές φολίδες, σε αντίθεση με τα φίδια. Οι κατασκευή των μυών των φιδιών είναι τέτοια που τους επιτρέπει να ελέγχουν επιδέξια την κοιλιακή τους επιφάνεια χρησιμοποιώντας τις κοιλιακές φολίδες για να κινηθούν και να σκαρφαλώσουν ακόμα και σε «δύσκολες» επιφάνειες, σε συνδυασμό με την χρήση των πλευρών του σώματος. Αντιθέτως, οι άποδες σαύρες χρησιμοποιούν μόνο τις πλευρές του σώματός τους για να κινηθούν, κάτι που τους περιορίζει την κίνηση σε λείες επιφάνειες, αλλά και σε επιφάνειες με μεγάλη κλίση. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο μεγάλος αριθμός άποδων σαυρών χάνει την ζωή του σε ασφάλτινους δρόμους ή σε πλακόστρωτα σε κατοικημένες περιοχές, όντας αδύνατον να κινηθούν γρήγορα και να ξεφύγουν όταν κάποιο αυτοκίνητο πλησιάζει ή κάποιος άνθρωπος επιχειρεί να τις σκοτώσει.
Στη χώρα μας μπορεί να συναντήσει κανείς 5 είδη άποδης σαύρας. Τα 4 από αυτά ανήκουν στην οικογένεια Anguidae και πρόκειται για τα:
• Τυφλίτης - Pseudopus apodus
• Κονάκι - Anguis fragilis
• Ελληνικό Κονάκι - Anguis graeca
• Πελοποννησιακό Κονάκι - Anguis cephallonica
ενώ το 4ο είδος ανήκει στην οικογένεια Scincidae, πρόκειται δηλαδή για σκίγκο:
• Οφιόμορος - Ophiomorus punctatissimus
Στις σελίδες περιγραφής των παραπάνω ειδών μπορείτε να βρείτε γενικές πληροφορίες, πληροφορίες εξάπλωσης, καθώς και το καθεστώς προστασίας για κάθε είδος.
Σύνταξη κειμένου: Ηλίας Στραχίνης
|